- προγυμναστήριο
- το1. ειδικός χώρος όπου προγυμνάζεται κανείς.2. (ναυτ.), κατάστημα ή πλοίο όπου μένουν και προγυμνάζονται οι νεοσύλλεκτοι ναύτες.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.